Ἀκρίᾳ

Ἀκρίᾳ
Ἀκρίαι , Ἀκρίαι
fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἀκρία — ἀκρίᾱ , ἀκρία goddess of the citadel fem nom/voc/acc dual ἀκρίᾱ , ἀκρία goddess of the citadel fem nom/voc sg (attic doric aeolic) ἀ̱κρίᾱ , ἀκριάω adjoin imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀκρίᾱ , ἀκριάω adjoin pres imperat act 2nd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρίᾳ — ἀκρίᾱͅ , ἀκρία goddess of the citadel fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄκρια — adjoin neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άκρια — (I) η βλ. άκρη. (II) ἄκρια, τα (Α) παράληλος τ. τής λ. άκρα, τα «ἄκρια ῥινός» …   Dictionary of Greek

  • ακρία — η (Α ἀκρία) το ακρί* αρχ. 1. (ως επίθ. τής Αθηνάς) αυτή που βρίσκεται στην Ακρόπολη 2. στον πληθ. ἀκρίαι οι βουνοκορφές. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. θηλ. από το επίθ. ἄκριος < ἄκρος (πρβλ. και ἀκραῑος < ἄκρος] …   Dictionary of Greek

  • Άκρια ή Ακρεαί — Αρχαία μικρή πόλη της Λακωνίας, ανατολικά του Έλους, όπου ήταν χτισμένος ο αρχαιότερος ναός της Κυβέλης στην Ελλάδα. Στην πόλη υπήρχε επίσης μνημείο του Ολυμπιονίκη της πόλης Νικοκλή. Από την αρχαία αυτή πόλη δεν διασώθηκαν ερείπια και πολλοί… …   Dictionary of Greek

  • Άνω Άκρια — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 460 μ., 103 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στις πλαγιές του βουνού Βίγλα, στα ΒΔ του Πύργου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κόφινα …   Dictionary of Greek

  • Κάτω Άκρια — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 420 μ., 35 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 44 χλμ. ΝΔ του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κόφινα …   Dictionary of Greek

  • ἀκρίας — ἀκρίᾱς , ἀκρία goddess of the citadel fem acc pl ἀκρίᾱς , ἀκρία goddess of the citadel fem gen sg (attic doric aeolic) ἀ̱κρίᾱς , ἀκριάω adjoin imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἀκρίᾱς , ἀκριάω adjoin imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρίαν — ἀκρίᾱν , ἀκρία goddess of the citadel fem acc sg (attic doric aeolic) ἀ̱κρίᾱν , ἀκριάω adjoin imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) ἀ̱κρίᾱν , ἀκριάω adjoin imperf ind act 1st sg (doric aeolic) ἀκρίᾱν , ἀκριάω adjoin imperf ind act 3rd pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”